Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Αριστερά και μετανάστευση



Το ξέσπασμα της φασιστικής βίας και το ρατσιστικό παραλήρημα των τελευταίων ημερών, με αφορμή την στυγερή δολοφονία του 44χρονου εργαζόμενου, η μετατροπή των μεταναστών για άλλη μια φορά σε αποδιοπομπαίους τράγους, κάνει και πάλι επίκαιρη την συζήτηση σχετικά με το φαινόμενο της μετανάστευσης.

Δεν σκοπεύω να ασχοληθώ με το ζήτημα της συνεργασίας Αστυνομίας – Χρυσής Αυγής που για άλλη μια φορά ήλθε με θεαματικό τρόπο στην επιφάνεια το πρώτο 15θήμερο του Μαΐου. Ούτε με την κτηνώδη αστυνομική βία που εκδηλώθηκε ενάντια στην μεγάλη εργατική συγκέντρωση της 11ης Μαΐου. Χρειάζεται όμως να τονισθεί, ότι η αστυνομική βία και η κλιμάκωση της καταστολής σε βάρος της αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου, εντάσσονται στην στρατηγική σκλήρυνσης της επίθεσης, που η κυβέρνηση το ΔΝΤ και η Ε.Ε. έχουν εξαπολύσει ενάντια στην εργατική τάξη με αφορμή την καπιταλιστική κρίση. Και η συνεργασία με την Χρυσή Αυγή περιλαμβάνεται σε αυτήν την επίθεση, εξυπηρετεί δε και έναν ιδιαίτερο στόχο. Τον αποπροσανατολισμό του θυμού της εργατικής τάξης, την κατεύθυνση της λαϊκής αγανάκτησης, όχι ενάντια στην κυβέρνηση και το κεφάλαιο, αλλά ενάντια στους μετανάστες, που είναι δήθεν υπεύθυνοι για όλα τα δεινά των προλεταριακών τάξεων. Αυτός ο στόχος της συνεργασίας αστυνομίας και Χρυσής Αυγής, είναι δεμένος επιπλέον και με την προσπάθεια πειθάρχησης των ίδιων των μεταναστών εργατών, αφού η αυτοπεποίθηση τους, μετά την ηρωική απεργία πείνας των 300 της Υπατίας, έχει ενισχυθεί σημαντικά.

Όλα αυτά καταδεικνύουν πιστεύω, την κατεπείγουσα ανάγκη να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο ενότητας της εργατικής τάξης, ώστε να αντιμετωπιστεί αυτή η νέα φάση της ταξικής αντιπαράθεσης. Ένα ενιαίο εργατικό μέτωπο δηλαδή, που πρώτα από όλα έχει σαν προϋπόθεση την ενότητα των ντόπιων και των μεταναστών εργατών και εργατριών.

Απέναντι σε αυτό το καθήκον η Αριστερά φαίνεται παντελώς ανέτοιμη να απαντήσει. Στα άρθρα και τις αναλύσεις που δημοσιεύτηκαν από την έναρξη της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών, μέχρι πρόσφατα με αφορμή την κλιμάκωση των επιθέσεων της Χρυσής Αυγής, η προσέγγιση της Αριστεράς φαίνεται να διακατέχεται μάλλον από ενόχληση, για το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν και εργάζονται μετανάστες. Η Αριστερά φαίνεται να αντιμετωπίζει την κατάσταση με την ψυχολογία του είδους «τι μας έτυχε πάλι».



Σε αυτά τα πλαίσια μέσα στην Αριστερά έχουν αναπτυχθεί μια σειρά από βαθύτατα λαθεμένα επιχειρήματα σχετικά με το μεταναστευτικό φαινόμενο.


Μετανάστευση:
προοδευτικό ή αντιδραστικό φαινόμενο; 

Κατ’ αρχήν εμφανίζεται η άποψη ότι η μετανάστευση είναι αντιδραστικό φαινόμενο. Άποψη που συμπυκνώνεται στην φράση «είμαστε ενάντια στην μετανάστευση αλλά υπέρ των μεταναστών». Στο σημείο αυτό έχει πάντα αξία να θυμηθούμε πως τοποθετήθηκαν οι κλασικοί του μαρξισμού στο θέμα της μετανάστευσης.

Ας ξεκινήσουμε από τον Λένιν και το άρθρο του «Ο καπιταλισμός και η εργατική μετανάστευση» που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 1913.

«Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια ειδική μορφή μετανάστευσης των λαών. Οι γοργά αναπτυσσόμενες βιομηχανικές χώρες, χρησιμοποιώντας μηχανικό εξοπλισμό σε μεγάλη κλίμακα και εκτοπίζοντας τις καθυστερημένες χώρες από την παγκόσμια αγορά, αυξάνουν τους εγχώριος μισθούς πάνω από το μέσο όρο και έτσι προσελκύουν εργάτες από τις καθυστερημένες χώρες.

Εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες περιπλανώνται, έτσι, εκατοντάδες και χιλιάδες βέρστια. Ο αναπτυγμένος καπιταλισμός τούς τραβά βίαια στην τροχιά του, τους αποσπά από τις απόμακρες περιοχές στις οποίες ζουν, τους καθιστά κοινωνούς μιας κοσμοϊστορικής κίνησης και τους φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με την ισχυρή, ενωμένη και διεθνή τάξη των εργοστασιαρχών. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι μόνο η έσχατη ένδεια αναγκάζει τους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τη γενέτειρα γη τους και ότι οι καπιταλιστές εκμεταλλεύονται με τον πιο επαίσχυντο τρόπο τούς μετανάστες εργάτες. Αλλά μόνο αντιδραστικοί μπορούν να κλείνουν τα μάτια τους στην προοδευτική σημασία της σύγχρονης αυτής μετανάστευσης των λαών. 

Η απελευθέρωση από το ζυγό του κεφαλαίου είναι αδύνατη χωρίς την παραπέρα ανάπτυξη του καπιταλισμού και χωρίς την ταξική πάλη που βασίζεται σ’ αυτόν. Και σ’ αυτήν ακριβώς την πάλη τραβάει ο καπιταλισμός τις εργατικές μάζες όλου του κόσμου, ανατρέποντας τις απαρχαιωμένες και ξεπερασμένες συνήθειες της τοπικής ζωής, τους εθνικούς φραγμούς και τις προκαταλήψεις, συνενώνοντας τους εργάτες όλων των χωρών σε τεράστιες φάμπρικες και μεταλλεία στην Αμερική, τη Γερμανία κ.α.»

Με την ίδια οπτική γωνία προσεγγίζει το θέμα και ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο:

«Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμορφώνει κοσμοπολίτικα την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας… Η εθνική μονομέρεια και ο εθνικός περιορισμός γίνονται όλο και πιο αδύνατα και από τις πολλές εθνικές και τοπικές φιλολογίες διαμορφώνεται μια παγκόσμια φιλολογία…Η αστική τάξη όλο και περισσότερο καταργεί το κομμάτιασμα των μέσων παραγωγής, της ιδιοκτησίας και του πληθυσμού…» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο σελ.24-25 εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή 1978).
 
Είναι φανερό ότι στην σκέψη του Μαρξ και του Λένιν το βασικό ζήτημα είναι ότι η μετανάστευση (εσωτερική ή διεθνής) αποτελεί τμήμα της διαδικασίας συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης των παραγωγικών δυνάμεων. Συνεπώς κάθε προσπάθεια για να σταματήσει η μετανάστευση είναι μάταιη, ουτοπική και άρα αντιδραστική. Αντίθετα η ίδια η μετανάστευση παίζει προοδευτικό ρόλο αφού συμβάλει στο σπάσιμο της εθνικής περιχαράκωσης και οδηγεί στην συγκεντροποίηση και την αύξηση της εργατικής τάξης, της μοναδικής προοδευτικής τάξης στην σύγχρονη κοινωνία.
Διατυπώνεται όμως από κάποιους η αντίρρηση, ότι δεν είμαστε στην εποχή του Μαρξ και του Λένιν και ότι η μετανάστευση δεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά τότε και τώρα. Περίεργη αλήθεια αυτή η αντίρρηση. Σίγουρα ο σύγχρονος καπιταλισμός διαφέρει από τον καπιταλισμό της εποχής του Μαρξ, δηλαδή από τον καπιταλισμό που έσπαγε τους οπισθοδρομικούς φραγμούς που έβαζαν τα υπολείμματα της φεουδαρχίας στις παραγωγικές δυνάμεις. Αλλά και ο καπιταλισμός της εποχής του Λένιν –ο ιμπεριαλισμός δηλαδή- διέφερε από τον καπιταλισμό της εποχής του Μαρξ. Από τότε «Ακριβώς ο παρασιτισμός και το σάπισμα του καπιταλισμού χαρακτηρίζουν το ανώτατο ιστορικό στάδιο του, δηλαδή τον ιμπεριαλισμό». (Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή σελ 9. 1977)

Ήδη δηλαδή από την εποχή του Λένιν ο καπιταλισμός είχε χάσει κάθε προοδευτικό χαρακτηριστικό. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον Λένιν να θεωρεί προοδευτικό φαινόμενο την μετανάστευση.
Σήμερα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης εξακολουθούμε να διανύουμε το ίδιο στάδιο του καπιταλισμού –τον ιμπεριαλισμό- στην ποιο ολοκληρωμένη του διάσταση. Γι’ αυτό και το φαινόμενο της μετανάστευσης παίρνει τέτοια πλανητικά χαρακτηριστικά. Το μέγεθος δεν δηλώνει τίποτα περισσότερο, από το πόσο αντιδραστικούς περιορισμούς στην παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, βάζει ο καπιταλισμός και η ύπαρξη των εθνικών συνόρων.

Και τι απάντηση υπάρχει όμως στο ερώτημα που έχει ο «απλός εργαζόμενος»:

«Πόσοι θα πρέπει να έρθουν στην Ελλάδα, 1 εκατομμύριο, 2 εκατομμύρια, 5 εκατομμύρια πόσοι;».

Πρώτα από όλα έχει αξία να αναρωτηθούμε, αν αυτοί που θέτουν το ρώτημα θα το επαναλάμβαναν στην περίπτωση που αντί για αλλοδαπούς, επέστρεφαν στην Ελλάδα τα 7 εκατομμύρια των ελλήνων μεταναστών. Εν πάση περιπτώσει στο ερώτημα υπάρχουν δύο απαντήσεις. Η μία δέχεται ότι η καπιταλιστική παραγωγή έχει ένα «αντικειμενικό» όριο και αντιμετωπίζει την φωτογραφία της στιγμής σαν διαρκή πραγματικότητα. Με αυτόν τον τρόπο μπαίνει στην λογική των ποσοστώσεων, που αντιμετωπίζει τους μετανάστες σαν εμπόρευμα για εισαγωγή. Αυτή είναι η λογική των ρεφορμιστών. Η άλλη, που βασίζεται στην μαρξιστική παράδοση, αντιλαμβάνεται την δυναμική στα ζητήματα της εξέλιξης και καταλαβαίνει πως τα «όρια» που βάζει η καπιταλιστική κρίση και οι καταστροφές που προκαλεί το κεφαλαιοκρατικό κυνήγι του κέρδους, δεν είναι αντικειμενικά. Ότι σε κάθε περίπτωση η εργασία είναι πηγή αύξηση του κοινωνικού πλούτου. Έτσι, αν η εργατική τάξη με τους αγώνες της επιβάλλει σκληρή φορολογία στο κεφάλαιο και δημόσιες επενδύσεις, απέναντι στην «επενδυτική απεργία» του κεφάλαιου, αν απέναντι στο κεφαλαιοκρατικό σαμποτάζ, το προλεταριάτο επιβάλλει απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση στα βασικά μέσα παραγωγής και εργατικό έλεγχο, αν μέσα από μια τέτοια αντικαπιταλιστική πολιτική, άνοιγαν τα κλειστά εργοστάσια, τότε θα έβρισκαν δουλειά και όλοι οι άνεργοι -ντόπιοι και μετανάστες- και θα χρειάζονταν και περισσότερα εργατικά χέρια, ελλήνων και μεταναστών εργατών.


Ανοιχτά σύνορα 

Από την ανάλυση αυτή προκύπτει και το αίτημα των «ανοιχτών συνόρων». Η μετανάστευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Καθώς η συσσώρευση του κεφάλαιου χαρακτηρίζεται από την διαδικασία της ανισόμερης και συνδυασμένης ανάπτυξης, η συγκέντρωση των μέσων παραγωγής γίνεται σε συγκεκριμένες χώρες και σε συγκεκριμένες περιοχές μέσα στο εσωτερικό κάθε χώρας. Αυτό προκαλεί κύματα εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης. Στο εσωτερικό των χωρών έχουμε την προλεταριοποίηση και το ξερίζωμα αγροτικών πληθυσμών. Στο διεθνές επίπεδο, η ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση, οι πόλεμοι, ο πόνος και η εξαθλίωση που παράγει, προκαλεί διεθνή κύματα πληθυσμών που κινούνται προς τις περιοχές με την μεγαλύτερη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής, δηλαδή προς τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Επιπλέον, η μετανάστευση είναι έκφραση της εγγενούς αντίφασης ανάμεσα στο εθνικό κράτος και την παγκόσμια αγορά, που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό. Η αντίφαση αυτή θα λυθεί χωρίς αμφιβολία μόνο στα πλαίσια της σοσιαλιστικής κοινωνίας, μέσα από την ανάπτυξη της πολυεθνικής δημοκρατίας των εργατικών συμβουλίων. Από τώρα όμως η δράση του εργατικού κινήματος οφείλει να τείνει προς την κατεύθυνση της υπέρβασης της αντίθεσης. Κάθε επιδίωξη να υπάρξει ισορροπία μέσα στα πλαίσια της μιας πλευράς της αντίφασης -δηλαδή να αποδέχεται σαν «αντικειμενικά» τα όρια που βάζει το αστικό κράτος και τα σύνορα του, καθώς και το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους- αποβαίνει μοιραία για το εργατικό κίνημα. Το αφήνει έρμαιο στις διασπάσει που καλλιεργεί στο εσωτερικό του η αστική πολιτική.

Εννοείται ότι ο αγώνας ενάντια στο ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, ο αγώνας ενάντια στην ιμπεριαλιστική καταπίεση και καταλήστευση των πόρων του τρίτου κόσμου, είναι αναπόσπαστο στοιχείο της πάλης για την ήττα του ιμπεριαλισμού και για την ανατροπή του καπιταλισμού. Όμως αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της πάλης, είναι και το δικαίωμα της εργατικής τάξης να μετακινείται ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς, στα σημεία που συγκεντρώνονται τα μέσα παραγωγής. Ένα δικαίωμα που την εποχή του ιμπεριαλισμού ταυτίζεται με το δικαίωμα στην ζωή. Ακριβώς επειδή η μετανάστευση είναι αναπόσπαστο στοιχείο της καπιταλιστικής συσσώρευσης, κανένα περιοριστικό μέτρο, καμία ποσόστωση, δεν πρόκειται να την σταματήσει. Το μόνο που θα κάνει, θα είναι να αναπαράγει την διαίρεση ανάμεσα στην νόμιμη (γηγενή) εργατική τάξη και την «παράνομη» (μετανάστες) να δημιουργεί ένα τμήμα του προλεταριάτου που βρίσκεται σε ομηρία και να πολλαπλασιάζει τους νεκρούς στα σύνορα κάθε χώρας. Αυτή η διαίρεση αποτελεί δυναμίτη στην ενότητα του εργατικού κινήματος και ένα από τα βασικότερα εμπόδια για την σοσιαλιστική επανάσταση. Τα ανοιχτά σύνορα λοιπόν, η ελεύθερη είσοδος για όλους, η αυτόματη νομιμοποίηση, τα ίσα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, αποτελούν αιτήματα με στρατηγικό χαρακτήρα για το εργατικό κίνημα.

Μετανάστευση και αντιμπεριαλιστική πάλη 

Αλλά –θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει- οι μετανάστες εγκαταλείπουν τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, είναι λοιπόν καθυστερημένα στοιχεία που εγκαταλείπουν την χώρα τους και τρέπονται σε φυγή. Όποιος το λέει αυτό, δεν έχει διδαχτεί τίποτα από τους λόγους που προκάλεσαν την μετανάστευση της ελληνικής εργατικής τάξης, τις δεκαετίες του 1950 και 1960. Την μετανάστευση δηλαδή του πιο παραγωγικού, δυναμικού και πολιτικοποιημένου κομματιού του ελληνικού πληθυσμού, σαν αποτέλεσμα της ήττας του εμφυλίου πολέμου και της φτώχειας που επιφύλασσε για εργάτες και αγρότες η μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ακόμα, δεν έχει διδαχτεί τίποτα από τον αγώνα των 300 μεταναστών, που κέρδισε για όλη την εργατική τάξη της χώρας την μείωση των ενσήμων για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Δεν έχει διδαχτεί ούτε από τον αγώνα της Μανολάδας, της Μηχανιώνας, της Σκάλας Λακωνίας, των Ιωαννίνων πρόσφατα. Παραγράφει την μαζική συμμετοχή της μεταναστευτικής νεολαίας στην εξέγερση του Δεκέμβρη. Παραγράφει τους αγώνες για πολιτιστική και θρησκευτική ελευθερία, όπως η διαδήλωση για το κοράνι.

Όμως ποιο σημαντικό είναι να θυμηθούμε, πώς συνδέει ο Λένιν τον αγώνα υπέρ των μεταναστών με τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα. Γράφει λοιπόν στο άρθρο του «Οι αριστεροί τσιμμερβαλντινοί στο ελβετικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα»:

«… 18. Καθιέρωση της αναγκαστικής απόδοσης της ελβετικής υπηκοότητας στους ξένους, χωρίς κανένα έξοδο. Κάθε ξένος που έχει παραμείνει 3 μήνες στην Ελβετία γίνεται Ελβετός υπήκοος, εκτός αν για ιδιαίτερα σοβαρούς λόγους ζητήσει αναβολή για όχι περισσότερο από 3 μήνες. Εξήγηση στις μάζες της ιδιαίτερης επιτακτικότητας αυτής της μεταρρύθμισης για την Ελβετία, όχι μόνο από γενική δημοκρατικής άποψη, αλλά και λόγω του ότι οι ιμπεριαλιστικές συνθήκες της Ελβετίας την έχουν κάνει κράτος με το μεγαλύτερο σ’ όλη την Ευρώπη ποσοστό ξένων. Το γεγονός ότι οι ξένοι εργάτες δεν έχουν πολιτικά δικαιώματα και η απομόνωσή τους, ενισχύει και την χωρίς αυτό εντεινόμενη πολιτική αντίδραση και εξασθενίζει τη διεθνή αλληλεγγύη του προλεταριάτου.
…27. Για να μην μένει η αναγνώριση του διεθνισμού από μέρους των Ελβετών σοσιαλδημοκρατών κούφια φράση που δεν υποχρεώνει σε τίποτα, γι’ αυτό είναι απαραίτητο, πρώτο να παλέψουμε με συνέπεια και σταθερότητα για την οργανωτική προσέγγιση και συγχώνευση των ξένων και των Ελβετών εργατών μέσα στις ίδιες ενώσεις, καθώς και για την πλήρη (αστική κι πολιτική) ισοτιμία τους. Η ειδική ιδιομορφία του ιμπεριαλισμού στην Ελβετία συνίσταται ακριβώς στην εντεινόμενη εκμετάλλευση των χωρίς δικαιώματα ξένων εργατών από την ελβετική αστική τάξη που στηρίζει τις ελπίδες της στην αποξένωση των δύο αυτών κατηγοριών εργατών, της μίας από την άλλη….» (Γράφτηκε αρχές Νοέμβρη 1916, Άπαντα τομ. 30, σελ. 201, 206). 

Η Τρίτη Διεθνής προχώρησε ακόμα περισσότερο στην κατεύθυνση ότι αντιμπεριαλισμός στην περίπτωση των μεταναστών σημαίνει, πρώτα και κύρια αγώνας για ίσα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και ελεύθερη είσοδο στην χώρα. Στις «Γενικές θέσεις πάνω στο ζήτημα της Ανατολής του 4ου Παγκόσμιου συνεδρίου» έλεγε:

«VΙ Ι. Τα καθήκοντα του προλεταριάτου στις χώρες του Ειρηνικού Ωκεανού
Η ανάγκη να οργανωθεί ένα αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο υπαγορεύεται εξάλλου από την αδιάκοπη ανάπτυξη των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Οι ανταγωνισμοί αυτοί αποκτούν σήμερα τέτοια οξύτητα ώστε ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος, που στίβος του θα είναι ο Ειρηνικός Ωκεανός, είναι αναπόφευκτος, αν η διεθνής επανάσταση δεν τον προλάβει…

…Τα κομμουνιστικά κόμματα των ιμπεριαλιστικών χωρών όπως η Αμερική, η Ιαπωνία, η Αγγλία, η Αυστραλία και ο Καναδάς έχουν καθήκον, λόγω του επικείμενου κινδύνου, να μην περιοριστούν σε αντιπολεμική προπαγάνδα, αλλά να προσπαθήσουν με όλα τα μέσα να παραμερίσουν τους παράγοντες που μπορούν να αποδιοργανώσουν το εργατικό κίνημα αυτών των χωρών και να διευκολύνουν την από μέρους των καπιταλιστών χρησιμοποίηση των ανταγωνισμών των εθνοτήτων και των φυλών. Αυτοί οι παράγοντες είναι: το ζήτημα της μετανάστευσης και το ζήτημα της φτηνής εργασίας των εργατών των έγχρωμων φυλών.

Το σύστημα των συμβολαίων παραμένει μέχρι σήμερα το κύριο μέσο στρατολόγησης των έγχρωμων εργατών για τις φυτείες ζαχαροκάλαμου στις χώρες του Νότιου Ειρηνικού ή για τους εργάτες που στρατολογούνται από την Κίνα και τις Ινδίες. Αυτή η κατάσταση έσπρωξε τους εργάτες των ιμπεριαλιστικών χωρών να ζητάνε να εφαρμοστούν νόμοι που να απαγορεύουν τη μετανάστευση έγχρωμων εργατών, τόσο στην Αμερική όσο και στην Αυστραλία.

Οι απαγορευτικοί αυτοί νόμοι φανερώνουν τον ανταγωνισμό που υπάρχει ανάμεσα στους λευκούς και τους έγχρωμους εργάτες, διαιρούν και εξασθενούν την ενότητα του εργατικού κινήματος. Τα κομμουνιστικά κόμματα των Ενωμένων Πολιτειών, του Καναδά και της Αυστραλίας πρέπει να αναλάβουν ενεργητική καμπάνια εναντίον των απαγορευτικών νόμων και να δείξουν στις προλεταριακές μάζες αυτών των χωρών ότι τέτοιου είδους νόμοι, που προκαλούν την εχθρότητα ανάμεσα στις φυλές στρέφονται τελικά εναντίον των εργαζομένων των χωρών που επιβάλλουν αυτές τις απαγορεύσεις.

Από την άλλη μεριά, οι καπιταλιστές αναστέλλουν την εφαρμογή των απαγορευτικών νόμων για να διευκολύνουν τη μετανάστευση των έγχρωμων εργατών, που εργάζονται φτηνότερα, και να κατεβάσουν έτσι το μεροκάματο των λευκών εργατών. Αυτή η πρόθεση των καπιταλιστών να περάσουν στην επίθεση μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αν οι μετανάστες εργάτες μπουν στα συνδικάτα όπου είναι οργανωμένοι οι λευκοί εργάτες. Σύγχρονα πρέπει να επιδιωχθεί η αύξηση του μεροκάματου των έγχρωμων εργατών, ώστε να εξισωθεί αυτό με το μεροκάματο των λευκών εργατών. Ένα τέτοιο μέτρο από μέρους των κομμουνιστικών κομμάτων θα αποκαλύψει τις προθέσεις των καπιταλιστών και σύγχρονα θα δείξει καθαρά στους έγχρωμους εργάτες ότι το διεθνές προλεταριάτο είναι ξένο προς τις φυλετικές προλήψεις…» (Θέσεις και αποφάσεις του 4ου Παγκόσμιου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη 1987.)


Η σύγχρονη πολυεθνική εργατική τάξη 

Η εργατική τάξη δεν αποτελεί αυτόματα και αυθόρμητα ένα κοινωνικό υποκείμενο με ενιαία συνείδηση των ταξικών του συμφερόντων. Η αναμφισβήτητα κοινή σχέση της ως προς τα μέσα παραγωγής –η τάξη καθ’ εαυτή- δεν την κάνει αυτόματα και τάξη για τον εαυτό της. Γι’ αυτό και έχει πολλές εσωτερικές διασπάσεις. Διάσπαση μεταξύ εργαζομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, διάσπαση ανάμεσα σε σταθερά και ελαστικά εργαζόμενους, διάσπαση ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες, διάσπαση ανάμεσα σε εργάτες με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, διάσπαση ανάμεσα σε νέους και παλαιούς εργαζόμενους και φυσικά διάσπαση ανάμεσα σε εργάτες με διαφορετική εθνική καταγωγή.

Τις διασπάσεις αυτές παράγει, τόσο η εξέλιξη της καπιταλιστικής παραγωγής, όσο και η δράση της άρχουσας τάξης και της αστικής πολιτικής, που στοχεύουν στην διαιώνιση της αστικής κυριαρχίας πάνω στο προλεταριάτο.

Το ξεπέρασμα αυτών των διασπάσεων είναι πάντα αποτέλεσμα των αγώνων που αναπτύσσει το εργατικό κίνημα. Μέσα από αυτήν την διαδικασία το προλεταριάτο αποκτά συνείδηση των ιστορικών ταξικών του συμφερόντων και πολιτικοποιείται. Η επιτυχία αυτής της διαδικασίας και η οικοδόμηση της ενότητας ανάμεσα στα διαφορετικά τμήματα του προλεταριάτου, είναι το ιστορικό καθήκον και στοίχημα της Αριστεράς, προκειμένου να γίνει δυνατός ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας.

Επιπλέον, πρέπει να είναι κατανοητό ότι η ενότητα αυτή δεν κατακτείται μια και έξω και δεν παραμένει αναλλοίωτη για πάντα. Το προλεταριάτο σαν κοινωνικό υποκείμενο έχει πάρει ιστορικά πολλές μορφές. Την εποχή του Μαρξ, τα διαφορετικά τμήματά του συσπειρώθηκαν γύρω από τους εργάτες και τις εργάτριες της κλωστοϋφαντουργίας και πολιτικά στην Πρώτη Διεθνή, είχαν δε την επαναστατική τους έκρηξη στην παρισινή κομμούνα. Μετά την ήττα της παρισινής κομμούνας, μέσα από μια διαδικασία ανασύνθεσης, το προλεταριάτο συσπειρώθηκε γύρω από τους ειδικευμένους μεταλεργάτες και πολιτικά, αρχικά στην Δεύτερη Διεθνή και κατά το επαναστατικό ξέσπασμα του (την περίοδο 1917-1923) στην Τρίτη Διεθνή. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο κυριάρχησε ο εργάτης και η εργάτρια της φορντικής αλυσίδας, που σαν επαναστατικό υποκείμενο έδωσε τους εργατικούς αγώνες και τις εξεγέρσεις της περιόδου 1968-1977.

Η ήττα των αγώνων εκείνης της περιόδου, η κρίση και ο νεοφιλελευθερισμός έχουν αποδομήσει την προηγούμενη τεχνική και κοινωνική σύνθεση της εργατικής τάξης. Μέσα από τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της περιόδου που διανύουμε θα συγκροτηθεί το νέο προλεταριάτο σαν κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο. Χωρίς αμφιβολία όμως ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του, θα είναι ο έντονα πολυεθνικός χαρακτήρας του και η πολυεθνική κουλτούρα του, η «παγκόσμια φιλολογία» που αναφέρει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να γίνουν σε επίπεδο οργάνωσης δύο πράγματα.
Πρώτον, για όσο χρονικά διάστημα τα επίσημα συνδικάτα και η Αριστερά δεν αναλαμβάνουν μια σοβαρή και ενεργητική εκστρατεία για να οργανώσουν τους μετανάστες σε κοινές οργανώσεις με την ντόπια εργατική τάξη, οι μετανάστες χρειάζεται να αναπτύξουν την αυτόνομη οργάνωση τους στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές.

Δεύτερον, σε κάθε περίπτωση κοινός στόχος της Αριστεράς των συνδικάτων και των οργανώσεων των μεταναστών, πρέπει να είναι η άμεση συγχώνευση σε κοινές πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις με τους ντόπιους εργάτες στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές.

Κεντρικά συνθήματα της κοινής πάλης πρέπει να είναι τα ανοιχτά σύνορα, η ελεύθερη είσοδος για όλους, η αυτόματη νομιμοποίηση, τα ίσα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Ιδιαίτερα ο αγώνας στις γειτονιές πρέπει να γίνει μέσα από κοινές επιτροπές ντόπιων και μεταναστών κατοίκων, που θα διεκδικούν όσα τους αφαιρούν οι νεοφιλελεύθερες επιθέσεις, για να ξανανοίξουν οι δημόσιες υποδομές στις γειτονιές, για να έχουμε όλα όσα χρειάζονται οι πόλεις μας, για μια ζωή στην πόλη που ανταποκρίνεται στις πραγματικές σύγχρονες εργατικές ανάγκες. Πάνω σε αυτήν την βάση θα οργανωθεί και ο κοινός μαζικός πανεργατικός αγώνας για την απόκρουση της φασιστικής απειλής.

Παντελής Αυθίνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου