Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Χιλή 1973: Το οριστικό τέλος του “ειρηνικού δρόμου για τον σοσιαλισμό”

Στις 11 Σεπτέμβρη κλείνουν 40 χρόνια από την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας του Πινοσέτ που ανέτρεψε τον Αλιέντε και την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας στέλνοντας στον τάφο τουλάχιστον 8000 αριστερούς αγωνιστές, ενώ δεκάδες άλλους χιλιάδες στις φυλακές, τις εξορίες και τα βασανιστήρια. Με αυτό τον τρόπο η αστική τάξη της Χιλής με τη σύμφωνη γνώμη των αμερικάνων και ευρωπαίων ιμπεριαλιστών αποκεφάλισε τον ανθό του προλεταριάτου θάβοντας μαζί τους και την επαπειλούμενη σοσιαλιστική επανάσταση στη Χιλή. Η σφαγή της Χιλής αποτελεί μια ακόμα εκκρεμότητα όχι μόνο για το ντόπιο κίνημα αλλά και για το παγκόσμιο προλεταριάτο, μια σφαγή που η οφειλή της δεν έχει ακόμα πληρωθεί. Ταυτόχρονα όμως, η Χιλή αποτελεί και μια τρανή απόδειξη για το πού οδηγούν τα νανουρίσματα και οι αυταπάτες του ειρηνικού και ατελείωτου “δημοκρατικού” δρόμου προς το σοσιαλισμό που υποσχόταν τότε η κυβέρνηση του Αλιέντε μαζί με το χιλιανό ΚΚ και σήμερα συνεχίζει να υπόσχεται η αριστερά που θα τους “ταράξει όλους στη νομιμότητα”. Όπως είναι γνωστό, οι καπιταλιστές της Χιλής δεν συμμερίστηκαν καθόλου τους σοσιαλίζοντες πειραματισμούς ούτε φυσικά τις ειρηνόφιλες διαθέσεις της αριστεράς εκείνης της εποχής. Προτίμησαν τον κλασσικό και σίγουρο δρόμο για την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας και της εξουσίας τους: την ένοπλη αντεπανάσταση, βυθίζοντας τη Χιλή σε μια μαύρη 16χρονη αντίδραση, χωρίς να χαριστούν ούτε καν στον πρόεδρο Αλιέντε που έκανε τα πάντα για να μην θίξει τα θεμελιώδη τους συμφέροντα. Έστω και 40 χρόνια μετά, όσοι σκέφτονται να περπατήσουν στα ίδια χνάρια ας λάβουν σοβαρά υπόψη τους το αναπόφευκτο τέλος αυτής της διαδρομής.
Ενάντια στη λήθη, αναδημοσιεύουμε μια σύντομη ιστορική αναφορά στα γεγονότα εκείνης της εποχής από τον Κ. Μαραγκό που δημοσιεύτηκε στην Εργατική Εξουσία τον Οκτώβρη του 2004.
chile73

Η Χιλή μετά τον πόλεμο


Από το 1946 στην προεδρία της Χιλής βρίσκεται ο Ριζοσπάστης (αστικό κέντρο) Γκονζάλες Βιντέλα με την υποστήριξη του ΚΚ. Την εποχή εκείνη στην πολιτική σκηνή κυριαρχούν 4 κόμματα. Στα δεξιά το Συντηρητικό και το Φιλελεύθερο, στο κέντρο το Ριζοσπαστικό και στ’ αριστερά το ΚΚ. Σε αντάλλαγμα της υποστήριξής του από το ΚΚ ο Βιντέλα του έδωσε μερικά υπουργεία. Ωστόσο η πολιτική του Βιντέλα δεν περιελάμβανε κανένα φιλολαϊκό μέτρο. Αντίθετα στα πλαίσια του ψυχρού πολέμου η Χιλή σύσφιξε τις σχέσεις της με τις Η.Π.Α., σχέσεις που βάθαιναν την εξάρτησή της από το αμερικάνικο κεφάλαιο τα οποία και έλεγχαν τα ορυχεία χαλκού (η Χιλή ήταν η τρίτη χώρα σε χαλκό στον κόσμο).
Το 1948 ο Βιντέλα αφού πρώτα εξασφάλισε την υποστήριξη των δύο δεξιών κομμάτων έφερε στη Βουλή ένα νόμο για την “υπεράσπιση της δημοκρατίας”, βάσει του οποίου το ΚΚ έβγαινε στην παρανομία. Τον Βιντέλα διαδέχεται στην προεδρεία ο στρατηγός Κάμπο (1952-58) με την υποστήριξη των δεξιών και φυσικά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ο οποίος κυριολεκτικά έχει ρημάξει τη χώρα (ορυχεία χαλκού, σιδήρου, τηλεφωνεία, τράπεζες και βιομηχανίες). Στην τετραετία αυτή εμφανίζεται ένα διογκούμενο κλίμα δυσαρέσκειας εξαιτίας του πανύψηλου πληθωρισμού (70%), της μεγάλης ανεργίας και της ατελείωτης φτώχειας στις παραγκουπόλεις και την ύπαιθρο.
Η κατάσταση αυτή στη βάση της κοινωνίας προκαλεί πολιτικές ανακατατάξεις. Το Μάρτη του 1956 συγκροτείται το Δημοκρατικό Μέτωπο Λαϊκής Δράσης (FRAP) με τη συμμετοχή του παράνομου ΚΚ, των Σοσιαλιστών, διαφόρων μικροαστικών σχηματισμών και λίγο αργότερα του Ριζοσπαστικού Κόμματος. Το FRAP βάζει σαν κεντρικό του στόχο τον αγώνα ενάντια στην οικονομική υποταγή στις Η.Π.Α. με άξονα τη νέα συμφωνία για το χαλκό που σκόπευε να υπογράψει η κυβέρνηση. Την ίδια χρονιά ιδρύεται το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (PDC) με ηγέτη τον -σημερινό πρόεδρο- Εντουάρντο Φρέι. Το PDC προήλθε από την ενοποίηση δύο τάσεων που είχαν αποσχιστεί από το Συντηρητικό Κόμμα 3 χρόνια νωρίτερα (’53).
Στις βουλευτικές εκλογές του 1957 το FRAP πήρε 20% ενώ οι χριστιανοδημοκράτες του PDC 16%. Το 1958 είναι η χρονιά που η αστική τάξη αποφασίζει να “εκσυγχρονιστεί” επιστρέφοντας κατά κάποιο τρόπο στην αστική νομιμότητα. Βεβαίως η επιστροφή αυτή έγινε κάτω από την πίεση μεγάλων διαδηλώσεων και μιας πλατιάς καμπάνιας του FRAP που πέτυχε την κατάργηση του νόμου για την “υπεράσπιση της Δημοκρατίας” (’48) επαναφέροντας το ΚΚ στη νομιμότητα. Την ίδια χρονιά αναλαμβάνει ο Α. Ροντρίγκελ κερδίζει τις προεδρικές εκλογές με την υποστήριξη του Φιλελεύθερου Κόμματος και -τα υπολείμματα- του Συντηρητικού. Ο Ροντρίγκελ ακολούθησε την ίδια πολιτική υποστήριξης των συμφερόντων των αφεντικών της Χιλής και των αμερικάνικων κεφαλαίων.
Την περίοδο αυτή οι μάζες στρέφονται προς τ’ αριστερά απαιτώντας με δυναμικές κινητοποιήσεις την αγροτική μεταρρύθμιση και φιλολαϊκά μέτρα. Το PDC του Φρέι νιώθοντας ότι το FRAP ετοιμάζεται να καρπωθεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια υιοθετεί δημαγωγικά μερικά από τα αιτήματα του μαζικού κινήματος. Στο πρόγραμμά του ο Φρέι για τις προεδρικές εκλογές του 1964 υπόσχεται να πραγματοποιήσει την “αγροτική μεταρρύθμιση καταλύοντας τα φεουδαρχικά τσιφλίκια, μοιράζοντας τη γη στους χωρικούς, περιοριστικά μέτρα για τα μονοπώλια, σταθεροποίηση του εθνικού νομίσματος, βιομηχανική ανάπτυξη, ανέγερση εργατικών κατοικιών και σχολείων, εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού”. Έτσι, ο Φρεί γίνεται πρόεδρος με το 55% και μοναδικό αντίπαλο το σοσιαλιστή Αλιέντε (FRAP) που πήρε 39%.
Το FRAP ύστερα από αυτό το αποτέλεσμα έχασε όλους τους μικροαστούς συμμάχους του, οι οποίοι συγκινημένοι από τις δημαγωγίες του Φρέι στοιχήθηκαν πίσω του. Ο Φρέι όμως ήταν αναμενόμενο δεν τήρησε τις υποσχέσεις του παρά μόνο για ένα χρόνο μέχρι δηλαδή τις βουλευτικές εκλογές του 1965 όπου και πήρε το 42%. Στη Βουλή, αν και ψήφιζε μαζί με το FRAP τις μεταρρυθμίσεις, αυτές έμεναν στα χαρτιά. Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις βρήκαν τη σφοδρή αντίδραση των γαιοκτημόνων και των δεξιών κομμάτων. Η δε εθνικοποίηση των ορυχείων δημιούργησε γενικότερο πρόβλημα στις σχέσεις με τις Η.Π.Α. πράγμα που ανάγκασε την κυβέρνηση να τα μαζέψει. Η αναβλητικότητα αυτή δημιούργησε μια έντονη εσωτερική κρίση μέσα στο κυβερνητικό κόμμα που κατέληξε στην αποχώρηση της αριστερής πτέρυγας το 1969 και του σχηματισμού του Κινήματος Λαϊκής Δράσης και Ενότητας (MARU). To MARU κατηγόρησε το Φρέι για συμβιβασμό με τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, τους γαιοκτήμονες και την αστική τάξη. Η ιδέα για μια επανάληψη του πειράματος του FRAP ξαναπαίρνει σάρκα και οστά. Έτσι το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου δημοσιεύεται το Πρόγραμμα της Λαϊκής Ενότητας (Unidad Popular) στην οποία συμμετέχουν το Σ.Κ., το Κ.Κ., οι Ριζοσπάστες, το MARU, το Ανεξάρτητο Κίνημα Αριστεράς (ΑΡΙ) και κάποιοι σκόρπιοι σοσιαλδημοκράτες.
Οι Χριστιανοδημοκράτες του PDC σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να διεκδικήσουν εκ νέου την προεδρεία στις εκλογές του 1970, κατεβάζουν για υποψήφιο πρόεδρο τον Τόμικ, ηγέτη της κεντροαριστερής του τάσης. Ο Τόμικ παρουσιάζεται με “εξτρέμ” δηλώσεις για την εθνικοποίηση του χαλκού και για το “μεγάλο συνασπισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων μαρξιστικών και μη”. Όμως ήταν πλέον αργά. Οι Χριστιανοδημοκράτες είχαν χάσει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Οι έδρες τους μειώθηκαν στις 72 -σε σύνολο 200. Τώρα πλειοψηφία είναι οι δυνάμεις της Λαϊκής Ενότητας με 89 έδρες.
Τις υπόλοιπες 39 τις έχουν οι δεξιοί. Τα παραδοσιακά αστικά κόμματα των Φιλελεύθερων και των αποδεκατισμένων Συντηρητικών ενοποιούν τώρα τις δυνάμεις τους στο Εθνικό Κόμμα, σε μια προσπάθεια να σταματήσουν την άνοδο του μαζικού κινήματος. Με ένα πρόγραμμα αντικομμουνιστικής υστερίας και με την αμέριστη οικονομική συνδρομή των πιο αντιδραστικών κύκλων της Χιλής και των αμερικάνικων κεφαλαίων, κατεβάζουν για υποψήφιο πρόεδρο τον Χόρχε Αλεσάντρι.

http://avantgarde2009.files.wordpress.com/2013/09/1d54d-allendecastro-300x215.jpg?w=470Ο Αλιέντε πρόεδρος

Οι ανακατατάξεις στο πολιτικό εποικοδόμημα της Χιλής ήταν στην πραγματικότητα αντανάκλαση της ανόδου του μαζικού κινήματος στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Η Χιλή συγκλονίζεται από εργατικές απεργίες ενάντια στην ανεργία, τον πληθωρισμό και τη φτώχεια. Το 1968 πραγματοποιείται μια νικηφόρα γενική απεργία ενώ το 1969-70 συνταράσσεται από 7 χιλιάδες απεργίες και ένα κύμα καταλήψεων γης από εξεγερμένους χωρικούς σαν απάντηση στην απάτη της αγροτικής μεταρρύθμισης.
Αυτό είναι και το κοινωνικό υπόβαθρο της νίκης του Αλιέντε, ο οποίος στις προεδρικές εκλογές στις 4/9/70 αποσπά το 36,3%. Δεύτερος έρχεται ο δεξιός Αλεσάντρι με 34,9% και τρίτος ο Χριστιανοδημοκράτης Τόμικ με 28,8%. Σύμφωνα με το χιλιανό σύνταγμα για να εκλεγεί άμεσα πρόεδρος απαιτούνταν το 50%. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα αποφάσιζε η Βουλή.
Η εκλογή του Αλιέντε λοιπόν εξαρτιόταν από το PDC, το οποίο ζητούσε ως αντάλλαγμα μια σειρά από εγγυήσεις. Στις διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν η Λαϊκή Ενότητα δεσμεύτηκε και υπέγραψε τις περιβόητες “θεσμικές εγγυήσεις” οι οποίες προέβλεπαν ότι ο Αλιέντε δεν θα άγγιζε το στρατό, την αστυνομία, τον τύπο, τα κόμματα, την κρατική διοίκηση και την εκκλησία. Με δύο λόγια τα φρούρια του αστικού κράτους θα έμεναν ανέπαφα. Έτσι από την πρώτη κιόλας μέρα (24/10) που ο Αλιέντε ορκίζεται πρόεδρος υποχωρεί σους εκβιασμούς της αστικής τάξης.
Η άρχουσα τάξη δεν ήθελε να ανατρέψει αμέσως τον Αλιέντε γιατί κάτι τέτοιο ενδεχομένως να προκαλούσε ανεξέλεγκτες αντιδράσεις από την εργατική τάξη και τις χιλιάδες επιτροπές βάσης της Λαϊκής Ενότητας. Προτίμησε την τακτική του καρότου και του ροπάλου. Στο ρόλο του “καλού” το PDC ως “σύμμαχοι” του προέδρου, στο ρόλο του κακού το Εθνικό Κόμμα και οι φασίστες της οργάνωσης “Πατρίδα και Ελευθερία”. Στόχος η διαρκής φθορά της κυβέρνησης. Η δολοφονία του αρχηγού του στρατού δύο μέρες πριν ορκιστεί ο Αλιέντε ήταν η πρώτη προειδοποίηση. Η αστική τάξη τρίζει τα δόντια στον Αλιέντε. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που έτρεμαν οι καπιταλιστές δεν ήταν ο πρόεδρος αλλά οι εργάτες και οι φτωχοί χωρικοί που τα ήθελαν όλα εδώ και τώρα.

Ημίμετρα που δεν αγγίζουν την αστική ιδιοκτησία

Η Λαϊκή Ενότητα στο πρόγραμμά της υποσχόταν μια σειρά από “αντιμονοπωλιακά” μέτρα όπως η εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού, νίτρου, σιδήρου και άνθρακα, των τραπεζών, του εξωτερικού εμπορίου, της ηλεκτρικής ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών και των μεταφορών. Επιπλέον μέτρα καταπολέμησης της ανεργίας και της φτώχειας, αγροτική μεταρρύθμιση με απαλλοτριώσεις τσιφλικιών και μοίρασμα της γης στους αγρότες. Οι μάζες πίστευαν ότι διαμέσου της εκλογικής νίκης της λαϊκής Ενότητας θα άνοιγε ο δρόμος για το σοσιαλισμό.
Στην πραγματικότητα όμως τα περισσότερα έμειναν στα λόγια. Οι εθνικοποιήσεις συνοδεύονται συνήθως από τεράστιες αποζημιώσεις, μετατρέποντας το φιλόδοξο πρόγραμμα σε καθόλα νόμιμη εξαγορά ορισμένων επιχειρήσεων από το κράτος.

Επιπλέον αυτές οι αποζημιώσεις γονάτιζαν τον κρατικό προϋπολογισμό. Ακόμα και η απαλλοτρίωση των αμερικάνικων τραστ (Ακανόντα, Κένεκοτ Κούπερ) των ορυχείων χαλκού έγινε και αυτή με μια έμμεση αποζημίωση αφού ύστερα από πίεση του PDC στη Βουλή η κυβέρνηση ανέλαβε τα χρέη που ανέρχονταν σε 700 εκ. δολ. Οι εργάτες απαιτούσαν οι απαλλοτριώσεις να γίνονται χωρίς αποζημίωση. Έτσι, η αναγγελία ότι θα εθνικοποιηθεί ο οργανισμός τηλεπικοινωνιών χωρίς αποζημίωση της ΙΤΤ, η οποία διαρκώς συνωμοτούσε κατά της κυβέρνησης, έγινε δεκτή με μια διαδήλωση 350000 εργατών στο Σαντιάγκο. Την άλλη όμως μέρα ο Αλιέντε τα μάζεψε πίσω αποζημιώνοντας τελικά το 70% του κεφαλαίου της ΙΤΤ.
Όλες τελικά οι κρατικοποιήσεις εξελίχθησαν σε εξαγορές του 51% των μετοχών, γεγονός που εκτός των άλλων μετακυλούσε το κόστος κατευθείαν στις πλάτες των εργατών. Μάλιστα με ένα νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση το ’72 έδωσε τη χαριστική βολή σε όσους πίστευαν ότι πραγματοποιείται ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός. Με το νόμο αυτό η οικονομία χωρίζεται σε “τρεις τομείς”: κοινωνικός, μικτός και ιδιωτικός. Στην ουσία πρόκειται για μια τελεσίδικη εγγύηση προς τους καπιταλιστές ότι δεν θα θιχτούν οι επιχειρήσεις τους. Το αποτέλεσμα ήταν ο “κοινωνικός” τομέας να περιοριστεί στις 150 επιχειρήσεις σε σύνολο 3500.
Η αγροτική μεταρρύθμιση αποδεικνύεται σκέτο φιάσκο. Η κυβέρνηση Αλιέντε, αντί να ψηφίσει νέο νόμο, εφαρμόζει το νόμο που παράτησε στη μέση η προηγούμενη κυβέρνηση του Φρέι. Ο νόμος αυτός προέβλεπε αποζημίωση των τσιφλικάδων ενώ τους εγγυάται μια “εφεδρεία” 80 εκταρίων που παραμένει στην ιδιοκτησία του παλιού γαιοκτήμονα. Όπως ήταν επόμενο, ο γαιοκτήμονας κράταγε για τον εαυτό του τα πιο γόνιμα αγροκτήματα μαζί φυσικά με όλα τα μέσα παραγωγής (μηχανήματα, εγκαταστάσεις, ζώα, αποθήκες, λιπάσματα) αφήνοντας για τους χωρικούς γυμνή γη. Ακόμα όμως κι αυτή η διαδικασία απόκτησης γης από τους χωρικούς ήταν ανυπόφορη αφού η γραφειοκρατία προφασιζόμενη διάφορα κωλύματα τη σαμπόταρε εντελώς δουλεύοντας σαν τυφλό όργανο των τσιφλικάδων.

Σαμποτάζ και καταλήψεις

Η εργατική τάξη και οι αγρότες πίστευαν ότι τα αφεντικά και τα κόμματά τους ευθύνονταν αποκλειστικά που δεν προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις του Αλιέντε. Στο συλλογισμό αυτό υπήρχε πράγματι μια δόση αλήθειας.
Όντως οι καπιταλιστές και οι γαιοκτήμονες σαμπόταραν ανοικτά κάθε μέτρο της κυβέρνησης που θα μπορούσε να θίξει και στο ελάχιστο τα προνόμια, την ιδιοκτησία και τα κέρδη τους. Οι μεγαλοκτηνοτρόφοι οδηγούσαν παράνομα τα κοπάδια τους στην Αργεντινή προκαλώντας ελλείψεις στον εφοδιασμό με κρέας. Στη συνέχεια, το Εθνικό Κόμμα εκμεταλλευόμενο τις τεχνητές ελλείψεις οργάνωνε διαδηλώσεις “κατσαρόλας” στις πόλεις. Την ίδια στιγμή οι καπιταλιστές σταματούν να επενδύουν σε νέες εγκαταστάσεις ενώ άλλοι πουλούν προκειμένου να διοχετεύσουν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό. Οι έμποροι προκαλούν τεχνητές ελλείψεις εμπορευμάτων για να τα πουλήσουν ύστερα σε υπέρογκες τιμές στη μαύρη αγορά, ενώ “εξαφανίζονται” προϊόντα όπου οι τιμές τους ελέγχονται. Με δύο λόγια η αστική τάξη στήνει ένα οικονομικό χάος για να στριμώξει ακόμα περισσότερο την κυβέρνηση. Και πράγματι τα καταφέρνει. Τα συναλλαγματικά αποθέματα μειώνονται από 500 εκ. δολ. σε 60 τον Απρίλη του 72, το εξωτερικό χρέος ανεβαίνει απότομα στα 4 δις δολ. και μόνο για τους τόκους χρειάζονταν 300 εκ. δολ. το χρόνο, ενώ τέλος ο πληθωρισμός έτρεχε με 114% μέσα στο 1972. Το εσκούδο υποτιμήθηκε 4 φορές και σαν να μην έφταναν όλα αυτά οι τιμές του χαλκού έπεσαν κατακόρυφα στη διεθνή αγορά. Έτσι οι ιμπεριαλιστές πήραν και με το παραπάνω πίσω ό,τι υποτίθεται πως είχαν χάσει.
Όπως και να’ χει η κατάσταση για τους εργάτες και τους αγρότες δεν πάει άλλο. Δεν βλέπουν καμία βελτίωση στη ζωή τους. Όπως ήταν φυσικό ο εκνευρισμός έπαιρνε απίθανες διαστάσεις στο στρατόπεδο των εργατών, οι οποίοι έχουν χάσει πλέον την υπομονή τους και αποφασίζουν να πάρουν τις απαλλοτριώσεις στα χέρια τους.

Στα εργοστάσια ξεσπά ένα κύμα καταλήψεων και απεργιών για αυξήσεις, ενώ οι αγρότες απαλλοτριώνουν τα τσιφλίκια και μοιράζουν τη γη περνώντας πάνω από το κεφάλι της γραφειοκρατίας. Τέτοια γεγονότα συμβαίνουν από τις αρχές κιόλας του 1971. Η κυβέρνηση όμως αντιδρά στέλνοντας την αστυνομία για να καταστείλει τις μικροεξεγέρσεις. Το Γενάρη του ’71 από την κυβέρνηση ο εκπρόσωπός της στο Λόντου, μέλος του ΚΚ γιατί υποστήριζε τις καταλήψεις στα τσιφλίκια για να αντικατασταθεί από άλλο μέλος του ΚΚ που ήταν κατά. Το Μάρτη πολλοί απεργοί εργάτες στις μεταφορές του Σαντιάγκο συνελήφθηκαν. Η κατάσταση αυτή δημιουργούσε διαρκώς εσωτερικές τριβές στην κυβέρνηση με αποτέλεσμα να διώχνονται υπουργοί που προωθούσαν εθνικοποιήσεις. Τελικά από τον Ιούνη του ’72 κανείς πλέον στην κυβέρνηση δεν ξαναμιλάει για εθνικοποιήσεις. Τον Αύγουστο 4 εργάτες σκοτώθηκαν και 160 συνελήφθηκαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία που είχε πάει για να σταματήσει καταλήψεις εργοστασίων. Η κυβέρνηση μίλαγε για προβοκάτορες ακροαριστερούς που προκαλούν την κοινωνική αναταραχή. Στο πλαίσιο αυτό έγιναν και επιδρομές σε γραφεία του MIR (Κίνημα Επαναστατικής Αριστεράς).

Οι καπιταλιστές την ίδια περίοδο κάθε άλλο παρά κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια. Σαμποτάρουν ανοικτά προκειμένου να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Ένα “σχέδιο για 100 χιλιάδες εργατικές κατοικίες” που είχε εξαγγείλει ο Αλιέντε δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ εξαιτίας των κωλυμάτων που έβαζε το Εθνικό Επιμελητήριο Οικοδομών. Μάλιστα στον τομέα των κατασκευών η κυβέρνηση δεν εθνικοποίησε ούτε ένα φτυάρι. Αυτό σε συνδυασμό με το σαμποτάζ στον επισιτισμό των πόλεων δίνει τροφή στα ΜΜΕ που ελέγχονται από το κεφάλαιο για μια υστερική καμπάνια ενάντια στην κυβέρνηση. Ωστόσο η κυβέρνηση προτιμά όλη αυτή την περίοδο τις καρπαζιές που τρώει από τη δεξιά και τ’ αφεντικά να τις ρίχνει στους εργάτες και τους χωρικούς. Το πάζλ του χάους συμπληρώνουν οι τρομοκρατικές επιθέσεις των φασιστών της οργάνωσης “Πατρίδα και Ελευθερία” με πυρπολήσεις γραφείων, ξυλοδαρμούς και δολοφονίες.

Οι εργάτες τσακίζουν την εργοδοσία

Οι δεξιές εφημερίδες από τον Αύγουστο του ’72 καλούν τους μικροαστούς σε απεργίες κατά της κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα καλούν σε ένα εργοδοτικό λοκ-άουτ κατά της εργατικής τάξης. Εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία της εργατικής τάξης να δώσει μια διέξοδο από την κρίση οι δεξιοί ετοιμάζονται να καλύψουν το κενό. Από εκείνη τη στιγμή προετοιμάζουν το έδαφος στο στρατό. Στα τέλη του Αυγούστου μαγαζάτορες συγκρούονται με την αστυνομία στο Σαντιάγκο και λίγο αργότερα ξεκινάει η απεργία των ιδιοκτητών φορτηγατζήδων ενάντια στις εθνικοποιήσεις. Η απεργία αυτή ήταν στην κυριολεξία η αρχή της αντεπανάστασης.
Οι εθνικοποιήσεις ήταν ήδη παρελθόν για την κυβέρνηση. Είναι φανερό ότι αυτό το λοκ-άουτ γίνεται καθαρά ενάντια στις καταλήψεις γης και εργοστασίων. Οι ιδιοκτήτες φορτηγών ενάντια στης εργατική τάξη. Η ατομική ιδιοκτησία ενάντια στην κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Η αντεπανάσταση ενάντια στην επανάσταση. Η απεργία αυτή απειλούσε τις πόλεις με την πείνα. Στη μακρόστενη Χιλή όλα τα εμπορεύματα διακινούνται μόνο με τα φορτηγά αφού δεν υπάρχει σοβαρό σιδηροδρομικό δίκτυο. Καταλαβαίνει κανείς ότι η απεργία αυτή ήταν ένα έμφραγμα για ολόκληρη τη Χιλή. Ο Αλιέντε προτιμά να παριστάνει τον κινέζο και είναι πρόθυμος να συζητήσει με τη “συμπαθή” τάξη των φορτηγατζήδων τα πάντα. Προφανώς να πιστεύει ότι ίσως έτσι να εξισορροπηθεί η κατάσταση και να σταματήσουν οι “ακρότητες” από το προλεταριάτο της πόλης και της υπαίθρου.
Για τους εργάτες όμως, οι φορτηγατζήδες είναι τα σκουλήκια της αντεπανάστασης που πρέπει να τα λιώσουν. Εκείνη τη στιγμή στήνονται τα Cordones Industriales (εργοστασιακά συντονιστικά) και τα Commandos Communales (συνοικιακά συντονιστικά). Με πρωτοβουλία αυτών των συντονιστικών τα εργοστάσια που τα έχουν κλείσει οι εργοδότες ξανανοίγουν από τους εργάτες. Τα φορτηγά επιτάσσονται και το σύστημα παραγωγής και διανομής ξαναμπαίνει σε λειτουργία. Η αστική αντίδραση έχει τσακιστεί στους δρόμους και τα εργοστάσια. Εδώ όμως βρίσκεται και το όριο. Το επόμενο βήμα που έπρεπε να γίνει είναι η κατάληψη της εξουσίας από τους ίδιους τους εργάτες.
Τα Cordones Industriales και τα Commandos Communales θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο που έπαιξαν τα Σοβιέτ στη Ρωσία το 1917, να γίνουν το όχημα καβάλα στο οποίο η εργατική τάξη να έπαιρνε την εξουσία. Αυτό όμως πέρναγε από τον παραμερισμό της κυβέρνησης ταξικής συνεργασίας του Αλιέντε και το τσάκισμα του στρατού και του αστικού κράτους. Δεν υπήρχε όμως καμία πολιτική ηγεσία που θα έπαιρνε μια τέτοια ευθύνη. Για άλλη μια φορά η έλλειψη ενός επαναστατικού κόμματος θα γίνει η αιτία να χαθεί κάθε δυνατότητα για τους εργάτες να πάρουν την εξουσία.

Η επανάσταση βαλτώνει

Ο Αλιέντε εγκλωβισμένος ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση προσπαθεί να παίξει τον ειρηνοποιό. Ονειρεύεται μια Χιλή που οι καπιταλιστές θα ζουν αρμονικά με τους εργάτες. Μια τέτοια κοινωνία όμως μπορεί να υπάρξει μόνο στη φαντασία του. Στην προσπάθειά του να βρει ένα στήριγμα για να συνετίσει τους αστούς και τους εργάτες απευθύνεται στο… στρατό!!! Το πραγματικό όμως πρόβλημα του Αλιέντε ήταν πώς θα σταματήσει τους εργάτες. Σε ένδειξη καλής θέλησης προς τ’ αφεντικά και τους στρατοκράτες, πετάει έξω από την κυβέρνηση τον υπουργό εσωτερικών Ντε Κάντο που έκανε τα στραβά μάτια στις “παράνομες” καταλήψεις γη και εργοστασίων, και βάζει τρεις στρατηγούς στην κυβέρνηση. Μεταξύ τους ο φιλοαμερικάνος αντιδραστικός αρχηγός του στρατού Πρατς που δηλώνει ότι ο “στρατός είναι έτοιμος να αποκαταστήσει το νόμο και την τάξη”. Το ΚΚ χαιρετίζει την είσοδο του στρατού στην κυβέρνηση(!!!!!!!!!!). Σχεδόν την ίδια στάση κρατά και το ΜΙR. Απορροφημένο σε μια δουλειά βάσης δείχνει να μην αντιλαμβάνεται το ρόλο του στρατού στην κυβέρνηση. Προφανώς οι ηγέτες του ΜΙR θα πίστευαν ότι ο στρατός θα έμενε ουδέτερος ή ακόμα θα έπαιρνε το μέρος της εργατικής τάξης ενάντια στ’ αφεντικά. Ήταν επόμενο το εργατικό κίνημα να βρεθεί σε πλήρη σύγχυση.
Άσχετα όμως από τις αυταπάτες του ΜΙR, ο Αλιέντε στην προσπάθεια του να καθησυχάσει τους αντεπαναστάτες αλλάζει τον υπουργό οικονομικών και στη θέση του βάζει τον Μίλας φανατικό εχθρό των καταλήψεων. Ο Μίλας εκτός των άλλων είναι και στέλεχος του ΚΚ. Αυτό δεν τον εμποδίζει σε τίποτα να επιστρέψει, παρά τις διαμαρτυρίες των εργατών, τα κατειλημμένα εργοστάσια στους παλιούς τους ιδιοκτήτες.

Το Μάρτιο του ’73 γίνονται εκλογές για τις 150 έδρες του Κοινοβουλίου. Τόσο το Εθνικό Κόμμα όσο και οι Χριστιανοδημοκράτες πίστευαν ότι η Λαϊκή Ενότητα θα πάθαινε πανωλεθρία. Πέρα όμως από κάθε πρόβλεψη η Λ.Ε. πήρε το 44%. Μετά απ’ αυτό η αστική τάξη έχει για τα καλά λυσσάξει. Τα επιτελεία τους καταλαβαίνουν ότι δεν υπάρχει νόμιμος δρόμος για την επιστροφή. Μόνη λύση πλέον είναι ο στρατός.
Η εργατική τάξη δεν ήθελε κανένα πισωγύρισμα. Ήξερε ότι μια επιστροφή της δεξιάς στην κυβέρνηση θα ήταν δέκα φορές χειρότερη από τον Αλιέντε. Η μαζική ψήφος στη Λαϊκή Ενότητα ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια πίεσης προς την κυβέρνηση να κάνει πράξη τις αρχικές της διακηρύξεις. Εξάλλου δεν υπήρχε άλλη μαζική επαναστατική εναλλακτική λύση. Το ΜΙR δεν είχε ούτε τις δυνάμεις αλλά τελικά ούτε και τη θέληση να μπει επικεφαλής μιας αριστερής ανατροπής.
Το προλεταριάτο χωρίς ηγεσία προσπάθεια να σηκώσει ξανά κεφάλι. Στα εθνικοποιημένα ορυχεία “Ελ Τενιέντε” ξεκινά μια σκληρή απεργία που κρατάει 70 ημέρες για αυξήσεις στους μισθούς. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν δέχεται καμία συζήτηση αλλά κατασυκοφαντεί τους απεργούς σαν προνομιούχους που ενδιαφέρονται μόνο για την τσέπη τους και όχι για τη Χιλή. Μόλις καταφέρνει να τους απομονώσει από τους υπόλοιπους εργαζόμενους κηρύσσει όλη την περιοχή Ο’Χίγκινς γύρω από τα χαλκωρυχεία σε κατάσταση στρατιωτικού νόμου. Η απεργία πνίγηκε μέσα σε τόνους δακρυγόνων που έριξαν οι δυνάμεις καταστολής. Ακόμα και το ΜΙR τάχθηκε κατά της απεργίας “γιατί αποσταθεροποιούσε την κυβέρνηση”.
Η νέα αυτή ήττα διέσπασε ακόμα περισσότερο το εργατικό μέτωπο, σπέρνοντας μια τρομερή σύγχυση και απογοήτευση.

Η αντεπανάσταση

Για το Εθνικό Κόμμα και το δεξιό χριστιανοδημοκράτη Φρέι έφτασε η ώρα του στρατού. Η εργατική τάξη είναι διασπασμένη και συγχυσμένη. Αν δεν παρθεί τώρα μια πρωτοβουλία μπορεί γρήγορα να συνέλθει και να αντεπιτεθεί. Για τους καπιταλιστές ήταν η ευκαιρία να τελειώνουν μια για πάντα με τον κίνδυνο μια προλεταριακής επανάστασης.
Έτσι στις 29 Ιουνίου, μόλις που είχε λήξει η απεργία στα ορυχεία, το 2ο Σύνταγμα τεθωρακισμένων αποπειράθηκε να καταλάβει το προεδρικό μέγαρο. Ο Αλιέντε καλεί τους εργάτες να βγουν στους δρόμους και να σταματήσουν το πραξικόπημα. Πραγματοποιούνται παντού τεράστιες συγκεντρώσεις ενώ τα εργοστάσια καταλαμβάνονται για άλλη μια φορά. Οι συνοικίες ελέγχονται από τα Commandos Communales και ο κόσμος εξοπλίζεται αφού πρώτα λεηλατούνται οι στρατιωτικές αποθήκες. Το πραξικόπημα καταρρέει. Φυσικά ο πρώτος λόγος της αποτυχίας είχε σχέση με τη μαζική αντίσταση, αλλά υπήρχε και μια δεύτερη αιτία που ήταν η πρόχειρη οργάνωση του πραξικοπήματος.
Στις 5 Ιούλη οι στρατιωτικοί αποχωρούν από την κυβέρνηση. Όλο το μήνα οι δεξιοί μαζί με τους στρατοκράτες προετοιμάζουν εντατικά την επόμενη απόπειρα. Στις 22/7 ψηφίζεται στη Βουλή πρόταση του Εθνικού Κόμματος και του PDC που κηρύσσει παράνομη την κυβέρνηση. Πέντε μέρες αργότερα δολοφονείται ο στρατιωτικός επίτροπος του προεδρικού Συμβουλίου, ενώ δραπετεύει από τη φυλακή ο στρατηγός Βιώ συνεργός στη δολοφονία του αρχηγού του στρατού στις 22/10/70. Οι δεξιές εφημερίδες μαζί με τους φασίστες καλούν σε μια “νέα Τζακάρτα”, υπενθυμίζοντας τη σφαγή μισού εκατομμυρίου κομμουνιστών στην Ινδονησία του 1965.
Ενώ όμως ετοιμάζεται η αντεπανάσταση, στις εργατικές συνοικίες επικρατεί αναβρασμός. Αυτή τη φορά υπάρχει ένα νέο δεδομένο. Οι εργάτες εξοπλίζονται και επιχειρούν να οργανώσουν ομάδες αυτοάμυνας. Η κυβέρνηση περπατάει στην κυριολεξία πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Οι μέρες της είναι πλέον μετρημένες. Ή πραξικόπημα ή εργατική εξουσία.
Το ΚΚ όμως είχε διαφορετική γνώμη. Πίστευε ότι αυτή η ισορροπία μπορεί να κρατήσει αιώνια. Αντί λοιπόν να υπερασπιστούν τον προλεταριακό εξοπλισμό και τη δημιουργία εργατικών πολιτοφυλακών. ο ηγέτης των σταλινικών Λουίς Κορβαλάν προτιμά να σκορπά αυταπάτες: “Η ανταρσία νικήθηκε χάρη στην άμεση επέμβαση του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας… υποστηρίζουμε τον απόλυτα επαγγελματικό χαρακτήρα του στρατού. Η αποφυγή του εμφυλίου αποτελεί τον πρωταρχικό πολιτικό καθήκον όλων των Χιλιανών είτε είναι οπαδοί της κυβέρνησης είτε όχι… Γι’ αυτό εκτιμούμε όχι μόνο τη φωνή της εργατικής τάξης αλλά επίσης και τα λόγια της εκκλησίας και των πρυτάνεων του πανεπιστημίου”.
Εκκλήσεις όμως από το ΚΚ γίνονταν και προς τους φασίστες “για να αποφύγουμε τις τεχνητές διαιρέσεις και τον εμφύλιο, για να ενώσουμε τη χώρα στο κοινό συμφέρον”. Την ίδια ώρα ο Αλιέντε προειδοποιούσε ότι: “Εδώ Δε θα υπάρχουν ένοπλες δυνάμεις παρά μόνο εκείνες που αναφέρονται στο Σύνταγμα. Δηλαδή ο στρατός, το ναυτικό και η αεροπορία. Αν εμφανιστούν οποιεσδήποτε άλλες δυνάμεις θα συντριφτούν”Στις 29 Αυγούστου ο Αλιέντε διορίζει αρχηγό του στρατού τον Πινοσέτ, θεωρώντας σίγουρο ότι αυτός δεν θα… συνωμοτήσει κατά της κυβέρνησης (!!!) κι αμέσως ψηφίζει ένα νόμο για τον γενικό αφοπλισμό. Με βάση αυτό το νόμο ο Αλιέντε ζήτησε από τους εργάτες να διαλύσουν τις ένοπλες ομάδες και να παραδώσουν τα όπλα. Επίσης απαιτεί από τα Cordones Industriales να επιστρέψουν τα εργοστάσια που κατέλαβαν για να σταματήσουν το πραξικόπημα του Ιούνη και στέλνει το στρατό όπου χρειάζεται για να κατασταλούν οι αντιδράσεις.
Στις 5/9 ένα εκατομμύριο διαδηλώνει στην Τρίτη επέτειο από τη νίκη του Αλιέντε. Στις 6/9 πραγματοποιούν αντιδιαδήλωση οι δεξιοί ζητώντας την παραίτησή του. Στις 7 Ο πρόεδρος καταγγέλλει τον κίνδυνο πραξικοπήματος και καλεί τα κόμματα να υποστηρίξουν τη συνταγματική τάξη. Το PDC διαβεβαιώνει ότι δεν θα υποστηρίξει κανένα πραξικόπημα. Τρίχες! Μαζί με το Εθνικό Κόμμα και τους στρατοκράτες το είχαν ήδη αποφασίσει.
Στις 11 Σεπτέμβρη τα τεθωρακισμένα κύκλωναν το προεδρικό μέγαρο το οποίο βομβάρδισαν το μεσημέρι μαχητικά της αεροπορίας. Ο Αλιέντε όμως είχε πριονίσει μόνος του το κλαδί που καθόταν. Δεν υπήρχε κανείς για να τον υποστηρίξει. Μάλιστα λίγες μόνο μέρες πριν το πραξικόπημα δεν αντέδρασε καθόλου στις τελευταίες εκκαθαρίσεις δημοκρατικών αξιωματικών στο στρατό. Όταν στο Βολπαράιζο οι στρατιώτες και οι ναύτες καταγγέλλουν το επερχόμενο πραξικόπημα ο Αλιέντε έκανε την πάπια με αποτέλεσμα οι στρατοκράτες να προβούν σε μαζικές εκκαθαρίσεις. Μέχρι και ο ηγέτης της αριστερής τάσης του Σοσιαλιστικού Κόμματος ο γ.γ. Αλταμιράνο κατηγορήθηκε από τη δεξιά ότι ετοίμαζε κόκκινο πραξικόπημα. Έχοντας η ίδια η Λαϊκή Ενότητα αποκεφαλίσει τα μαχητικότερα τμήματα του προλεταριάτου έκανε το πραξικόπημα σκέτο περίπατο για τον Πινοσέτ. Τα γεγονότα από δω και πέρα είναι λίγο πολύ γνωστά. 16 χρόνια δικτατορία, χιλιάδες νεκροί και αγνοούμενοι, δεκάδες χιλιάδες εξόριστοι και διαλυμένες οικογένειες.

Γιατί χάθηκε η ευκαιρία

Τα γεγονότα στη Χιλή συνέπεσαν με τη γενική άνοδο του κινήματος στη λατινική Αμερική και σε όλο τον κόσμο. Ο Μάης του ’68, η Πράγα, τα εργοστασιακά συμβούλια στην Ιταλία στις αρχές του ’70, το Βιετνάμ, λίγο αργότερα η επανάσταση στην Πορτογαλία το ’75 και τη Νικαράγουα το ’78. Στη Χιλή η εργατική τάξη έφτασε μια ανάσα από την εξουσία. Μια νίκη εκεί ίσως θα άλλαζε τον παγκόσμιο συσχετισμό σε μια περίοδο μάλιστα που ο παγκόσμιος καπιταλισμός βρίσκεται στο κέντρο μια οικονομικής κρίσης.

Η κύρια αιτία που χάθηκε η ευκαιρία στη Χιλή ήταν η έλλειψη ενός γερού επαναστατικού κόμματος. Οι δυνάμεις της Λαϊκής Ενότητας ήταν διαποτισμένες με το ρεφορμισμό. Το ΚΚ με τα 60000 μέλη, ένα μήνα πριν το πραξικόπημα επέμενε στη στρατηγική των σταδίων.
Ο Μπαντσέρο στέλεχος του ΚΚ έλεγε: “Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του επαναστατικού προτσές στη Χιλή είναι ότι άρχισε και συνεχίζεται μέσα στα πλαίσια των αστικών σωμάτων του παρελθόντος. Στη Χιλή όπου τώρα γίνεται μια αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή και αντιφεουδαρχική δημοκρατική λαϊκή επανάσταση, έχουμε ουσιαστικά διατηρήσει την παλιά κρατική μηχανή… Οι ένοπλες δυνάμεις Δε λαμβάνουν μέρος στη πολιτική συζήτηση και υποτάσσονται στη νόμιμα εκλεγμένη εξουσία…. Όταν κερδίσουμε βαθμιαία τον κρατικό μηχανισμό τότε θ’ αρχίσουμε να τον μεταμορφώνουμε προς το συμφέρον της παραπέρα εξέλιξης της επανάστασης”. Να πώς ξεδίπλωνε το ΚΚ τη ρεφορμιστική του στρατηγική. Η κοινωνική αλλαγή ήταν μια… “πολιτική συζήτηση”. Λίγες μέρες αργότερα αυτές ακριβώς οι ένοπλες δυνάμεις έστελναν τα στελέχη του ΚΚ στα μπουντρούμια και τα όνειρα για μια βαθμιαία αλλαγή στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Είναι φανερό ότι αυτές οι απόψεις είναι που οδήγησαν στη σφαγή την επανάσταση. Στο Σοσιαλιστικό Κόμμα αναπτύχθηκε μια αριστερή τάση με ηγέτη τον Κάρλος Αλταμιράνο η οποία έφτασε να δηλώνει το 1971 ότι δεν μπορεί να υπάρξει ειρηνικό πέρασμα στο σοσιαλισμό. Θα έλεγε κανείς ότι η τάση αυτή έμοιαζε με τους διεθνιστές Μενσεβίκους στη Ρωσία του ’17. Όμως η απουσία μια οργανωμένης δύναμης σαν τους Μπολσεβίκους που θα τράβαγε πίσω της την αριστερά του ΣΚ αλλά και τους διαφωνούντες της Κομμουνιστικής Νεολαίας έκανε τις τάσεις αυτές να παλαντζάρουν ανάμεσα στο ρεφορμισμό και την επανάσταση.
Miguel EnriguezMiguel Enriguez, ηγέτης του MIR. Δολοφονηθηκε στις 5/10/1974
Το ΜΙR ήταν μια οργάνωση με 6000 αγωνιστές. Ιδεολογικό τέκνο του γκεβαρισμού δεν μπόρεσε ποτέ να συνδεθεί με το οργανωμένο προλεταριάτο των πόλεων. Στις εκλογές του ’70 σε ένα παροξυσμό αριστερισμού κάλεσε σε αποχή, ενώ λίγο αργότερα επιβεβαίωνε το ρητό ότι ο αριστερισμός είναι η άλλη όψη του οπορτουνισμού, όταν υποστήριζε κριτικά την κυβέρνηση Αλιέντε. Το ΜΙR είχε ξεχάσει ότι για την ανατροπή του καπιταλισμού το σημείο κλειδί είναι η κατάληψη της εξουσίας. Εξαντλήθηκε στο να οργανώνει τα Commandos Communales κατά περιοχές χωρίς όμως να έχει κι ένα σχέδιο να τα ενοποιήσεις με τα εργοστασιακά συμβούλια δημιουργώντας μια πραγματική δύναμη ικανή να πάρει την εξουσία. Προφανώς για το ΜΙR μια τέτοια δουλειά δεν είχε σημασία.
Μαζί όμως με τον οπορτουνισμό του το ΜΙR προχωρούσε και σε τυχοδιωκτικές ενέργειες. Π.χ. οργάνωνε καταλήψεις εργοστάσιων μόνο του χωρίς να οργανώνει τους εργάτες για να το κάνουν οι ίδιοι. Στις εκλογές του ’73 σε μια φάση όπου η δυσαρέσκεια ήταν τεράστια το ΜΙR αντί να κατέβει στις εκλογές με δικούς του υποψηφίους έδωσε αβίαστα υποστήριξη στον Αλταμιράνο. Ήταν φανερό ότι δεν ήθελε να πάρει καμία ευθύνη σε κεντρικό επίπεδο, αφήνοντας έτσι την αριστερά της Λαϊκής Ενότητας στην τύχη της.

Το πραξικόπημα θα μπορούσε να συντριβεί. Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε με ακρίβεια στην ανατροπή από τα αριστερά της Λαϊκής Ενότητας. Ένα σενάριο που θα θύμιζε έντονα το ξεδίπλωμα της Ρώσικης Επανάστασης. Μόνο που εδώ έλειπαν οι Μπολσεβίκοι.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου